Παρασκευή 26 Μαΐου 2017

Δαχτυλάκια

Πώς γίνεται το 95% των περιπτώσεων (δεν θα πω λιγότερο), να σαβουριάζουμε τα δαχτυλάκια των ποδιών μας σε γωνίες και αντικείμενα, τους καλοκαιρινους μήνες;;; και με γυμνά πέλματα να κυκλοφορούσαμε τον χειμώνα μες στο σπίτι, πάλι, αυτό το ποσοστό δεν το φθάνουμε.
Διαβολικό,ε;
Χτες τα ξημερώματα ήταν το πρώτο για την σεζόν, τετ α τετ, δαχτύλου με γωνία...

...πόρτας...


...ασφαλείας (όχι ότι κι ότι, μόνο φαρίνα Γιώτης)...


...και η πόρτα ασφαλείας, believe me, είναι πιο οδυνηρή από την κοινή ξύλινη πόρτα.
Ας τα πάρω από την αρχή.
Χθες το βράδυ, έπεσα για ύπνο νωρίς. Ο άλλος έβλεπε τηλεόραση στο σαλόνι, μαζί με τις μικρές. Η μία κοιμόταν του καλού καιρού. Η άλλη περιφερόταν, πότε στο χαλί, πότε στην μαξιλάρα της. Κάποια στιγμή σηκώθηκε και ζήτησε χάδια. Ο άλλος την παρότρυνε να πάει στο κρεββάτι της. Κι ενώ πήγαινε να κάτσει...έκανε τσίσα στην μαξιλάρα (ναι, για σκυλάκια μιλάμε). Κάπου εκεί ξύπνησα από το πήγαινε-ελα στην κουζίνα, και το έντονο μουρμουρητό. Με την σειρά μου, κατσάδιασα τον άλλον που βαριόταν να σφουγγαρίσει το σημείο, αλλά δεν βαριόταν να το ταμπονάρει με χαρτί κουζίνας. Άντρες! Μισές δουλειές πάντα.
Και εννοείται πως σφουγγάρισα επιτόπου, στις 2.30 πμ.

Πέφτω πάλι για ύπνο. Ο άλλος είχε νεύρα που η μικρή έκανε τσίσα, και μου κρατούσε κι εμένα μούτρα, οπότε έκατσε κι άλλο να δει τηλεόραση.
Κάποια στιγμή έρχεται για ύπνο.
Πολύ σύντομα, ξύπνησα από κάποια φωνή, ούτε που θυμάμαι τι έλεγε.
Σαν ωραία κοιμωμένη που ήμουν, έφτασα μέχρι το σαλόνι, και διαπίστωσα πολύ εύκολα ότι η ίδια η μικρή που προηγουμένως είχε κάνει τσίσα... έκανε και τα κακά της, αυτήν την φορά στην πάνα. Δεν έφαγε κατσάδιασμα γιατί πρόλαβε και πήγε στην πάνα. Αλλά ότι είχε κάνει μ@λ@κί@, το κατάλαβε και είχε κατεβάσει τα μούτρα μέχρι το πάτωμα.
Αποτέλεσμα, στις 4.15πμ, να μαζεύω τα κακάκια απ'όλο το δωμάτιο...και να κάνουμε υπομονή για σφουγγάρισμα και πλυντήριο το πρωί.
Άνοιξα την πόρτα να αφήσω έξω τα αποδεικτικά στοιχεία...και άτσα...! Το δάχτυλο που εξείχε από την σκισμένη μου παντόφλα (αυτήν που έσκισε η μικρή γλυκιά μου μπετονιέρα), χαιρέτησε ξαφνικά την πόρτα. Δαγκώθηκα, σιχτίρισα και κουτσαίνοντας συνέχισα το καθάρισμα.
Μετά από τέτοιο ξενύχτι, πέσαμε και οι τέσσερις, ξεροί για ύπνο.